theatrika.gr

Γιαννιός


 

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ:


ΑΓΟΡΓΙΑΝΟΣ


ΛΑΜΠΡΟΣ
ΔΗΜΟΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ 1
ΓΥΝΑΙΚΑ 2
ΑΛΛΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

(ηθοποιοί στο θίασο του Αγοργιανού)

ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ
ΜΟΥΣΙΚΟΙ
ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ και η ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΤΟΥ
ΚΟΣΜΟΣ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΟΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ
ΚΟΙΝΟ

 

 

 

(Θεατρικό – 2001)
Σχέση καλλιτέχνη- επανάστασης (βίοι παράλληλοι ή το άτομο διχασμένο οριστικά από κάθε κοινή επιδίωξη;) Οι τραγικές συνέπειες της ανθρώπινης ψευδαίσθησης... Η ανθρώπινη παντοδυναμία: Έκτορας που σέρνεται στο άρμα της Ιστορίας.

 

 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ:

 

( Από την ΠΡΑΞΗ 1Η – ΣΚΗΝΗ 1Η )

ΔΗΜΟΣ …………………………………………………….. Θα ξεκινήσουμε λέει πάλι τις πρόβες…

ΛΑΜΠΡΟΣ Βρήκε νέο έργο;

ΔΗΜΟΣ Μα τίποτα δεν ξέρεις! Τι να σου πω; Δεν διαβάζεις εφημερίδες; Θα ανεβάσουμε ολόκληρο Φρύνιχο.

ΛΑΜΠΡΟΣ Τα ’χουμε ανεβασμένα…

ΔΗΜΟΣ Θε μου. Από πού ν’ αρχίσω; Μήπως το θυμάσαι πιτσιρίκια που ψάχναμε στα παλιόσπιτα να βρούμε το έργο του ποιητή της Λεβάδειας; Στο σχολειό δεν μας λέγαν ότι χάθηκε το τελευταίο έργο του; Πριν πεθάνει έγραφε με μανία - όλοι λεν πως ’τοίμαζε τη ψυχή του μα ο καταραμένος θάνατος πρόλαβε και του’κοψε τη γλώσσα. Κανείς δεν πρόλαβε να του πάρει το μυστικό μέσα απ’ το στόμα. Μας είπε τώρα πως βρήκανε τη διαθήκη του. Μα όχι βέβαια- δεν προφτάσαμε να τη βρούμε εμείς, ούτε όμως κι αυτοί, μον’ ένας νεκρός… Το χαμένο έργο του Φρύνιχου σου λέω…

ΛΑΜΠΡΟΣ Κάθε έργο του ειν’ μεγάλο…Οκτώ όλα …Δεν έγραψε πολλά.

ΔΗΜΟΣ Εννιά όλα μαζί. Από καθαρή τύχη κάποτες τα ποιο τρομαχτικά πράγματα βγαίνουν στο φως. Χρειαζόντουσαν προηγουμένως μια θυσία να εξορκίσουν τον φριχτό θυμό του συγγραφέα… Έβλεπε αυτά που γινόντουσαν και έλεγε να πάψει να κάνει δώρα στους ανθρώπους. Μα γιατί τραβώ μόνος μου την αγωνία; Αυτοί που έχεις παρέα τίποτα δεν σου λεν; Δεν το’γραψαν βέβαια οι εφημερίδες αλλά το αεράκι της θάλασσας το πήρε και το ταξίδεψε παντού. Σκότωσαν έναν αντάρτη και για να μην μαθευτεί το φονικό έκρυψαν το πτώμα του σε μια σπηλιά κοντά στις ακτές. Μετά τρείς μέρες όμως που το κουφάρι άρχισε να βρωμά, τους οδήγησε η βρώμα για `κει και το βρήκανε. Μάντεψε τι άλλο! Δίπλα του βρήκαν τα χειρόγραφα του Φρύνιχου. Ο νεκρός σχεδόν τα’ χε αγκαλιάσει. Πόσα πράγματα μπορεί να μάθει κανείς καμιά φορά από τον θάνατο για τη ζωή.

ΛΑΜΠΡΟΣ Διψούν για αίμα!

ΔΗΜΟΣ Η κυβέρνηση το διαφήμισε σαν μεγάλη επιτυχία. Μαθευόταν έτσι και το άλλο. Από τη διεστραμμένη τους όρεξη άρχισαν να τρων τις σάρκες τους και φαίνεται από κάτου το κρυμμένο αίμα… Εγώ όμως κοιτώ τη δουλειά μου! Και συ πάλι το ίδιο (επιτιμιτικά)! Ο ρόλος μου είναι να διατυπώνω στο τέλος του έργου την ποιο σκληρή ετυμηγορία που θα πέφτει επάνω σου Λάμπρο.

ΛΑΜΠΡΟΣ Δεν καταλαβαίνω...

ΔΗΜΟΣ Ήρθε και μας μίλησε για τους ρόλους σαν έλειπες... Τι ρωτάς συνέχεια; Ούτε που ξέρω καλά να σου πω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι σε τίμησε πάλι με μεγάλο ρόλο ο Αγοργιανός. Θα παίζεις το Λαέρτη. Εσύ Λάμπρο μπορείς να παίξεις όλους τους ρόλους του Φρύνιχου με το υψηλότερο πνεύμα και χάρη…

ΛΑΜΠΡΟΣ Ειν’ ο δυσκολότερος τραγικός.

ΔΗΜΟΣ Ο Αγοργιανός δεν τον προδίδει. Γι’ αυτό το υπουργείο πολιτισμού του εμπιστεύθηκε μετά από παράκλησή του ένα αντίγραφο του έργου.

ΛΑΜΠΡΟΣ Πως; Κρατά γνωριμίες;

ΔΗΜΟΣ Από αγνή αγάπη για την τέχνη του τα κάνει, το ξέρεις.

ΛΑΜΠΡΟΣ Ναι, δε λέω, σου ’ρχεται να τον φιλήσεις στο στόμα σαν τον βλέπεις να τυλίγει τις χιμαιρές του με πανιά - σαν χτυπάει τις πόρτες των θεάτρων για να τους εξασφαλίσει μια στέγη. Δεν τα ’χει δώσει ποτέ σε εμπόρους…

ΔΗΜΟΣ Γι’ αυτό πρέπει να τον βοηθήσεις! `Συ μπορείς! Έχει κλειστεί ένα μήνα κι έχει ξεχάσει το ψωμί και το νερό. Δεν είδες πως σταμάτησαν οι πρόβες; Ξενυχτάει κάθε βράδυ πάνω απ’ το ορθάνοιχτο μάτι του νεκρού σαν να ψάχνει να βρει κάποιο απόκρυφο νόημα. Όλο των τρώει κάποιο βάσανο, γι’ αυτό μας έδιωξε από κοντά του.

ΛΑΜΠΡΟΣ …δεν μπορώ να το χωνέψω…ο Φρύνιχος είπε την τελευταία του λέξη…

ΔΗΜΟΣ Στάσου σε καλό σου! Σου εξηγώ μα εσένα πως κάνεις - αλλού γυρνά ο νους σου. Δεν ειν’ αυτός ο κόμπος. Ο άτιμος ο γέρος δεν την είπε καθόλου τη λέξη αυτή που σκέφτεσαι. Δεν βιάστηκε κι ο θάνατος πρόλαβε και του έκλεισε το στόμα πριν προφτάσει να την γράψει. Δεν βρέθηκε το τελευταίο κεφάλαιο στα χειρόγραφα του έργου του Λάμπρο. Ο Αγοργιανός έχει αρρωστήσει από πάθος- σπάει το κεφάλι του να βρει τι ’θελε να πει στο τέλος ο Φρύνιχος. Έχει αρρωστήσει να καταλάβει το τέλος της ιστορίας και ξενυχτώ στο προσκεφάλι του να λύσουμε μαζί το αίνιγμα. Τι πήγε και μου δωσε εμένα τον ρόλο; Πώς να βρω τα λόγια; Πρέπει να απαγγείλω την ετυμηγορία που θα λύσει την διαμάχη ανάμεσα σε ’σένα και τον Γιαννιό. Καταλαβαίνεις;-έλαχε σ` εμένα ν’ αποφασίσω - ο δυσκολότερος ρόλος. Μου ορκίζεται πόσο σημαντικά είναι αυτά τα λόγια για το τέλος που θα απαγγέλνω εκεί μα εγώ ο καυμένος πως στο διάολο θα γεμίσω το κενό με λέξεις, πως θα εξηγήσω τα όσα συμβαίνουνε; ……………………………..

 

 

(Από 1η ΠΡΑΞΗ – ΣΚΗΝΗ 1Η κάπου αργότερα) ……………………………………………………

ΑΓΟΡΓΙΑΝΟΣ ……………………………………… Τα λόγια σου αυτά Δήμο θα σφραγίσουν την ανθρώπινη μοίρα.

ΔΗΜΟΣ Τα βρήκες;

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Ω, με βασάνισε αφάνταστα μα νιώθω σίγουρος τώρα… Όλα γίνονται στο τέλος πολύ απλά. Τι νόημα έχει η δίχως τέλος αγωνία, ο κόσμος είναι απλός! Αν τον δεις από ψηλά ξεκαθαρίζουν τα φριχτά μυστικά του.

ΛΑΜΠΡΟΣ Το κοινό δεν σταματά να δείχνει αμηχανία κάθε φορά που ανεβάζουμε έργα του Αγοργιανέ. Στους περισσότερους είναι σκοτεινές οι αστραπές της διάνοιας του.

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Τι άθλιο ψέμα ξεφουρνίζεις; Με μια ματιά του - αγκάλιασε ο Φρύνιχος όλον τον κόσμο. Έχω καταλάβει τι γίνεται μ’ αυτόν, είναι ήρεμος- μες στην πιο παράλογη αγωνία του είναι τόσο απλός… όπως το κλάμα ενός νιογέννητου ή το κελάρυσμα ενός ποταμού. Μόνο όσοι σκέφτουνται με απλότητα μπορούν να φτάσουνε κάποτε στο μεγαλείο- να βάλουν τάξη στο χάος του ανθρώπινου μυαλού. Όσο πάει γίνεται πιο απλός ο νους… Δεν το πρόσθεσα εγώ το κεφάλαιο που ’λειπε στο τέλος. Η απλότητα που έπνεε εκεί με το ίδιο της το χέρι το `γραψε, για με το δικό μου…

ΛΑΜΠΡΟΣ Σ’ εμπιστεύονται Αγοργιανέ.

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Ήμουν πολύ ανυπόμονος στην αρχή για να μου φανερώσει τα τρομερά μυστικά του, δεν άφηνα τα πράγματα να οδηγηθούν μόνα τους όπου πρέπει. Και τι θα γινόταν αν είχαμε το τελευταίο του κεφάλαιο, σαν τον πίεζα περσότερο; Η ζωή τον άφησε να πει ήδη όσα έπρεπε. Μας είναι όλα γνωστά. Δήμο θα εκστομίσεις τη πιο βαριά κουβέντα που ακούστηκε από χείλη ανθρώπου και αυτός θα σωριαστεί ελεεινά στη γης… (Ψάχνοντας τον Λάμπρο) Που είσαι; Λάμπρο; Τι συμφορές σε περιμένουν καυμένε! Θα υποδύεσαι τον Λαέρτη - το ίδιο το κακό- μα θα λυγίσεις κάτω απ’ τη λαμπερή σοφία του Γιανιού…

ΛΑΜΠΡΟΣ Του καλού;

ΔΗΜΟΣ Καταδικασμένος να `ν`! (με στόμφο κοιτάζοντας τον Λάμπρο σαν να τον εκδικείται)

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Μπράβο! Δήμο εσύ θα λες αυτό... Εγώ παίζω τον Γιαννιό. Εσύ περισσότερο Λάμπρο θα στέκεις απέναντι μου σαν ένα σχήμα απλό που οι άνθρωποι θα το βδελύσσονται. Πρόσεξε, δεν θέλω να λυπάσαι, ξεπερνάει τη θέληση μου, δεν είναι προσωπικό μα γενικό αυτό καλέ μου. Σ’ έχω αμοίψει με μεγάλους ρόλους εσένα… μα τέλος πάντων… το καλό και το κακό υπάρχουν αφότου υπάρχει κόσμος... Πόσο καλά μου φαίνεται σε διάλεξα. Βλέπω στα μάτια σου τη σκιά του μίσους που θα σε πνίξει. Είσαι το αντίθετο του Γιαννιού, πρέπει να σηκώσεις τον ολέθριο αυτόν ρόλο. Μ’ αυτόν Λάμπρο θα ανέβεις πιο ψηλά απ’ όσο μπόρεσες ν’ ανέβεις ως τώρα. Το κακό στον κόσμο είναι πράγματι αναγκαίο…

ΛΑΜΠΡΟΣ Πότε θα διαβάσουμε τους ρόλους;

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Ξέρω! Θα σας τα εξηγήσω όλα στην ώρα τους.

ΔΗΜΟΣ Θα μου δώσεις τα λόγια μου;

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Άσε με!… Τα έχω φανταστεί όλα ως την πιο ταπεινή λεπτομέρεια. Θα πέφτει το φως πάνω μου σαν χρυσός ποταμός την ώρα που’συ (στον Δήμο) θα κλείνεις αυτήν την εκτυφλωτική αποθέωση προχωρόντας εκεί μπροστά (δείχνει). Εσύ Λάμπρο (στον Λάμπρο) θα κατρακυλάς σ’ ένα αιματωμένο σκοτάδι - σαν σκοτωμένο. Ένα μαχαίρι θ’ ανοίξει το πιο βαθύ βάραθρο ανάμεσα στα πράγματα. Θα αποδίδει το ντεκόρ το μεγαλείο αυτό. Η μαγεία! Δεν γίνεται χωρίς αυτή. Ξαφνικά θα σας δέσουν αόρατες πλεκτάνες μες το βαθύ μυστήριο και όλα θα τα καταλάβετε τότε…όλοι...

ΓΥΝΑΙΚΑ 1 Σαν να λέμε ξεκινούμε;

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Βέβαια! Σαν μας χρειάζουνται! Περιμένουν από μας τώρα να τους φωτίσουμε!... Πάνω στην ώρα ξύπνησε ο Φρύνιχος. Χρειάζουνται πια ένα όραμα να χαράξει το μέλλον και τη αβέβαιη ζωή τους. Δικό μας χρέος αυτό! Βαδίζουν σαν τα κουτάβια μα διψούν να βρουν τη λύτρωση…

ΔΗΜΟΣ Όλα άλλαξαν! Γίνηκαν τόσο άγρια….

………………………………………………………………………….

 

ΠΡΑΞΗ 1η - σκηνή 2η

( ίδιο σκηνικό με την 1η σκηνή)

(Μπαίνουν με λευκούς χιτώνες και χωρίς μάσκες οι γυναίκες του χoρού - ακούγεται μια μουσική από τύμπανα σαν σύρσιμο [εισαγωγή] και οι γυναίκες συνοδεύουν με κινήσεις στον αέρα. Σε μια στιγμή ο φωτισμός δυναμώνει και ακούγεται η μπότα ενός τυμπάνου και είναι σαν να ξυπνούν απότομα. Τα λόγια τους κάπως τελετουργικά.)

ΜΙΑ ΝΕΑ Καλές μου ξέρετε ποιoς ειν’ ο Γιαννιός;

ΓΥΝΑΙΚΑ 1 Έχω ακουστά! Η φήμη του προχωρά περσότερο μέρα με τη μέρα.

Η ΝΕΑ Ποια τύχη τον φέρνει;

ΜΙΑ ΓΡΙΑ Θα’ ναι ο καιρός που ωρίμασε αβάσταχτα όσο για μας σάπιζε άσκοπα. Ετούτος ο καιρός ύφαινε τη σάρκα του πιο γλυκού καρπού του μακριά μας. Σταλάζει η φύση αργά το μόχθο της - και βγαίνουν ευτύς όμορφα πράγματα από μέσα.

Η ΝΕΑ Mα πουθ’ έρχετε;

Η ΓΡΙΑ Λες ξέρω; Άγνωστα τα ταξίδια που κάνει καθένας μας. Η μοναξιά του τον κλήρωσε τόσα χρόνια να φύγει από κοντά μας και δεν έκανε σταλιά κατά ’δω.

Η ΝΕΑ (με αγωνία) …αλλά θα μείνει. Έτσι δεν είναι; Θα `ν’ τα υπόλοιπα χρόνια κοντά μας…

Η ΓΡΙΑ Αν είσαι έτοιμη να τον δεχτείς τότε ναι - ίσως να μείνει τότε για πάντα.

Η ΝΕΑ Γιατί έφυγε έτσι άφαντος απ’ το χωριό μας;

Η ΓΡΙΑ Γιατί ήθελε να ζήσει ελεύτερος! Να κάτσει ν’ αργοπεθαίνει εδώ μια τέτοια ανάξια ζωή;

ΓΥΝΑΙΚΑ 1 Έφυγε κι άφηκε όλους τους άλλους στα σίδερα!(σαν να πετάει μπηχτή)

Η ΓΡΙΑ Δε μου λες εσύ! Ποιο ειν’ πιο δύσκολο; Σαν φύγεις ή σαν μένεις; Μακριά προετοίμαζε τη θέληση του να ’ναι δυνατός στο γυρισμό.

ΓΥΝΑΙΚΑ 2 Εμέ τα γυρίσματα της τύχης με κάμαν αλαφροϊσκιωτη…

H NEA …δε λυπήθηκε τη γη του φεύγοντας στα ξένα; Γονείς; …τ` αδέρφια του;

Η ΓΡΙΑ Τα άφηκε φεύγοντας. Πήρε μόνο μια χούφτα χώμα από τη γης να θυμάται την αψιά μυρωδιά της, το πιο λίγο από το κάθε τι που ’ναι πολύ. Κι όλες τις χάρες του τις πέταξε - γιατί ήθελε να κερδίσει μια λύπη απ’ αυτές και από κοντά μια χαρά.

Η ΝΕΑ Η μεγαλύτερη που είσαι! Μήπως τον θυμάσαι παιδί;

Η ΓΡΙΑ Πώς δεν τον θυμάμαι; Τον θυμούμαι ίσα που γινόταν η αρχή του εαυτού του. Έδειχνε πως θα γινόταν ο εαυτός του αυτός ταχιά. Μα δεν νιώθετε όλες σας αλήθεια κάπως παράξενα; Πεθαίνεις κάθε μέρα και στα στερνά της ζωής σου ξανάπετιέσαι! Όλοι οι δρόμοι μας ήταν κλειστοί μα τώρα θέλω να χορέψω, θέλω να κλάψω για την παλιά ζωή μου. Η ψυχή μου σκιρτά για το νιο παλληκάρι. Λίγο ειν’ τα χρόνια της ζωής μου - μα σαν το δένω: δεν με παίρνει εμένα από κάτου σαν έρχεται αυτός…

(Φαίνεται στην είσοδο – αριστερά προς το κοινό - ο Αγοργιανός κι ένας μασκοφορεμένος με το κουστούμι του. Η μάσκα έχει χαρακτηριστικά λευκωπά, λεπτά - υποβάλουν μια σοβαρή απλότητα. Το κουστούμι αποτελείται από ένα πουκάμισο, γκρι μάλλινο πανταλόνι και γελέκο. Μόλις ο Αγοργιανός δώσει το πρόσταγμα ο άλλος θα μπει στην σκηνή ).

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Βιάσου.

ΛΑΕΡΤΗΣ Σας βρήκα. Άχαρες που ’στε! Σαν τραπουλόχαρτο το μυαλό σας... Που αφήνετε τα παιδιά σας και γυρίζετε σαν ανεμοπνοές; Τι ερέθισε το μυαλό σας και όλοι σας ψάχνουν;

ΓΥΝΑΙΚΕΣ Ήρθαμε να ησυχάσουμε από την αγωνία αφέντη μια στιγμή.

ΛΑΕΡΤΗΣ Για τ’ άλλα ποιος θα νοιαστεί, μου λέτε;

ΓΥΝΑΙΚΕΣ Ακούσαμε κάτι άλλο... πως έχει μαθητές και μας ήρθε η αποθυμιά.

ΛΑΕΡΤΗΣ Τι ξόρκια μ’ αραδιάζετε; ………………………………….

………………………………………………………..

………………………………………………….

ΠΡΑΞΗ 2η - σκηνή 1η

Mια ανοιχτωσιά σαν πλατεία (ο σκηνοθέτης μπορεί με ελευθερία να αποδώσει το σκηνικό)-θα μπουν κάποια στιγμή από τη δεξιά μερία προς το κοινό ο Δήμος και ο Λάμπρος. Το δάπεδο στην εντύπωση του χώματος- κάποια κτίσματα σε απόσταση. Στη σκηνή συζητούν δύο εργάτες (Ο εργάτης 1 με φόρμα εργασίας. Ο εργάτης 2 με τριμμένα αλλά καθαρά-αξιοπρεπή ρουχα).

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Ο στρατός βγήκε στους δρόμους- χτυπά όσους μαζεύονται σε παρέες.

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Αν μας ζορίσουν πες ότι μου ζήτησες τσιγάρο.

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Τα χρειάστηκαν με την τελευταία απεργία.

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Θα επιβάλουν στρατιωτικό νόμο για να γλιτώσουνε…

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Στα εργοστάσια οι χαφιέδες τρομοκρατούν τον κοσμάκη. Βρήκαμε δυο από δαύτους τις προάλλες και τους βάλαμε ένα χαρτάκι μες στην αλλαξιά τους αν δεν καταπιούν τη γλώσσα τους θα τους τη δώσουμε να τη φάνε. Δεν ματαφανήκανε.

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Τρέφουν πολλά καθάρματα με τα λεφτά του κράτους. Προσπαθούν να κόψουν απ’ τον λαό κάθε κεφάλι αντίστασης. Σε κάθε ένα που κόβουν όμως γεννιούνται δέκα. Τα γεννάει η κρίση που έχει τρυπώσει στα νοικοκυριά και δεν αφήνει πια άλλο δρόμο…

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Πρώτοι εμείς πληρώνουμε τις αγυρτείες τους. Το ψωμί ακρίβηνε… κι οι μισθοί σε λίγο δεν θα υπάρχουνε…

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Έβαλαν για φύλακα στη θέση των υποσχέσεων τους το στρατό. Ευτυχώς έχουμε εμπειρία. Στον αγρό οι άνθρωποι μας παίρνουν το σχήμα της πέτρας, στο εργοστάσιο το σχήμα του μπάγκου που ξαποσταίνουνε, κι άλλοτε του φουκαρά σκύλου, στη διαδήλωση, που την ακολουθεί από κοντα. Δεν πρόκειται να βρουν άκρη στο κουβάρι αυτό, η ανάγκη τους μεταμορφώνει.

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Λες, χίλια μάτια έχουν. Είναι σημαντική αρχή αυτή τη στιγμή η μυστικότητα. Μα αυτοί θα βλέπουν, θα ξέρουν τι γίνεται. Σκοπεύει η κυβέρνηση να ζητήσει βοήθεια απ’ έξω;

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Δεν το ήξερες; Μπροστά στον κοινό τους εχθρό παραμερίζουν τις παλιές τους διαφορές και σκέπτουνται πάντα με στόχαση τα συμφέροντα τους. Τη μάνα τους αν χρειαστεί πουλάν…

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Τότε σαν ν` αλλάζει…

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Όχι, δεν είναι λόγος ν` ανησυχούμε, το παν είναι να είμαστε εμείς αρματωμένοι όσο πιο καλά. Αν δοθεί το σύνθημα από τα σπλάχνα των σπιτιών θα δεις να προβάλουν τόσα τουφέκια και όλμοι που δεν είδε κανείς στη ζωή του. Είναι θαμμένα σαν μωρά με τα σπάργανα, γι’ αυτό δεν τα βρίσκουνε. Ξέρουν τώρα ότι ήρθε η ώρα πια να πολεμήσουνε για να σωθούν.

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Κι οι άλλοι πασχίζουν να τσακίσουν το ηθικό του κοσμάκη…

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Ετούτοι; Αυτοί δεν χάναν ευκαιρία να καταδικάζουν την ηλιθιότητα του κόσμου όσο αυτός έτρεμε κα τώρα που ξεσηκωθήκανε φοβούνται την περίσσεια του εξυπνάδα. Νομίζουν πως θα τον τρομάξουν και θα τον πείσουν αλήθεια να παραμείνει ξαρμάτωτος; Το αρνί δεν εμπιστεύεται τον λύκο που πάει να το μαυλίσει. Όσοι σκιάζουνται και ολολύζουν μπρος στην θεά των όπλων θα ’ναι οι πρώτοι που θα χαθούν.

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Κλείνουν τα μάτια τους και θαρρούνε πως ο κόσμος θα σταθεί όρθιος ξανά. Ευτυχώς που υπάρχει η οργάνωση μας και μεριμνά. Υπάρχει στους οδηγούς τυφλή εμπιστοσύνη.

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Δεν κουράζονται να πασχίζουν για τον αγώνα μας. Αν χρειαστεί είναι έτοιμοι πρώτοι να θυσιαστούν. Σώμα και πνεύμα το διαθέτουν σ` εκείνους που έχουν την ανάγκη. Ούτε νοιάζουνται για τιμές -απλές σαν του υπόλοιπου κόσμου, ζητούν ευκαιρίες περσότερο να αποδείξουν την στέρεα απόφαση τους.

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Με εμπνέουνε. Εσύ το ίδιο σαν μιλάς…

ΕΡΓΑΤΗΣ 2 Δέθηκαν με τους ταπεινούς όπως το κύμα με τον αφρό του... Πατούν πάνω σ` αυτούς για να μπορούν να βλέπουνε τι θα γένει…Απ’ το κύμα του λαού συνέχεια γεννιούνται και πληθαίνουν…( ο άλλος εργάτης τον κρατά απ’ το χέρι να σωπάσει - Μπαίνουν ο Λάμπρος και ο Δήμος σε μικρή απόσταση απ’ τους εργάτες).

ΛΑΜΠΡΟΣ Δύο μήνες απλήρωτοι...

ΔΗΜΟΣ Δεν γνοιάζεται για το αύριο.

ΛΑΜΠΡΟΣ Ίσως καλυτερέψουμε σαν αρχίσει η περιοδεία…

ΔΗΜΟΣ(πετάγεται) Ο κόσμος θα ενθουσιαστεί μόλις τον δει... Στη σκηνή γίνεται δαίμονας σωστός...

ΛΑΜΠΡΟΣ Δεν βλέπει πως πρέπει να `ναι πιο συνετός μην τον πάρει!...
(Οι εργάτες που πρόσεξαν τον Λάμπρο και τον Δήμο συννενοούνται χαμηλόφωνα - ο δεύτερος εργάτης με ένα στρέψιμο του χεριού και του κεφαλιού προς τον άλλον είναι σαν να τον ρωτά: ποιοι είναι;)

ΕΡΓΑΤΗΣ 1 Απ’ τον θίασο των μεγάλων τραγωδών. Τους γνωρίζεις! …………………………………………………………………………………………………………………..

…………………………………..

ΠΡΑΞΗ 2η σκηνή 5η

(Μπαίνουν τα πρόσωπα στη σκηνή από τις δύο αντίθετες πλευρές. Στην μια πλευρά [πλευρά Α] μπαίνουν 2 εργάτες (είναι άλλοι απ` τους προηγούμενους: άνθρωποι γεροδεμένοι, λαϊκοι- της δουλειάς) – μπαίνουν αντίθετα από την πλευρά που είχαν μπει οι προηγούμενοι εργάτες. Στην άλλη πλευρά [πλευρά Β] μπαίνει ο υπεύθυνος του υπουργείου (κουστουμαρισμένος και γραβατομένος) με τη συνοδεία του (1- 2 συνοδοί) και ο Αγοργιανός. Κόσμος πηγαινοέρχεται στη σκηνή (εσωτερική σάλα ή ένας πλατύς διάδρομος) σαν να φεύγουν αργά από μια παράσταση. Η σκηνή στη αρχή είναι σκοτεινή - φωτίζετε μια στιγμή η πλευρά Α που συζητούν οι δυο εργάτες).

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Μ’ άρεσε ο χορός που πιαστήκανε στο τέλος.

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Είσαι από τη φύση σου μερακλής εσύ.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Τόσην ώρα δεν αφήνανε ελεύτερο το κορμί μου. Μονάχα σαν μπήκαν οι τραγουδιστές τέλος ξαλάφρωσα μια ανάσα… Μου ’ρθε να χορέψω ας ήταν κόσμος τριγύρω…

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Να ’σαι γερός, να χαίρεσαι με τη ψυχή σου…

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Τι πράμα ετούτο; Σαν να ’μουν όξω απ’ τα νερά μου…Όσο κατάλαβα το πάθος που τον κατείχε άλλο τόσο μου φαίνετε το κατάλαβαν κι αυτές.

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Έιν’ οι γυναίκες πλάσματα ευαίσθητα…

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Τεθλιμμένες; … Κι αυτός ο Γιαννιός; Σαν να πάλευε με μια θλίψη αφύσικη που όλο του δάγκανε την καρδιά… Θα την εσυνήθισε φαίνετε πολύ, γι’ αυτό δεν την έβγανε στον αέρα να σκορπίσει. Η θλίψη τον έσπρωχνε ολοένα σε αποκοτιές. Τι αξήγητη μανία! Τουλάχιστο η δική μου θλίψη έχει, σαν χτυπάει, μιαν αιτία.

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Θες να σου πω για την αδερφή του παππούλη μου; Ο άντρας της πέθανε σαν ήταν εικοσιπέντε χρονώ και της άφησε πίσω τρία παιδιά βυζανιάρικα. Άλλα πέντε τα ’χασε πάνου στις γέννες. Τα μεγάλωσε με βάσανα και χωρίς να `χει στήριγμα από πουθενά. Χήρα χρόνια - γριά, όμως βρίσκει πάντοτε έναν καλό λόγο να σου πει για τη ζωή.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α (Με έμφαση)Μ’ ενοχλεί σαν δεν φτάνει ποτέ κανένα νόημα σε ’μένα!

 

(Σβήνει απότομα το φως στην πλευρά Α και την ίδια στιγμή φωτίζεται η πλευρά Β όπου συνεχίζετε τώρα η σκηνή)

ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ Μπράβο αγαπητέ μου! Σας συγχαίρω ολόθερμα. Υποκλινόμαι μπρος στον θρίαμβο σας. Το μέγεθος της σπάνιας ιδιοφυϊας σας θα μνημονεύεται εις τους αιώνας. Από σας αναμένουμε τώρα μεγαλύτερες ευθύνες…

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Μας τιμάτε…

Ε.Υ. Μόλο το σάλο που ’χει ξεσπάσει εσείς στέκεστε πιστός εις τις αρχές σας…Θέλουν ν’ανατρέψουν τις αξίες μας, να φέρουν την ανωμαλία. Εσείς έχετε να παίξετε τον σημαντικότερο ρόλο. Πρέπει να αναλάβουμε ξανά την ηνία της χώρας, βρίσκετε σε κίνδυνο. Δεν σας κρύβω πως ανησυχώ, είναι ικανοί να καταστρέψουνε τα πάντα…

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Πάντα υπηρετούμε ευλαβικά την τέχνη μας. Εκτιμούμε όσα μας έχετε προσφέρει. Οι δυσκολίες γίναν όμως άξαφνα αφόρητες. Είναι θλιβερό να φιλοξενείται ο εθνικός μας ποιητής σ’ έναν τέτοιο άστοχο χώρο…

Ε. Υ. Φυσικά, φυσικά! Για όλα αυτοί φταιν! Πως ντρέπομαι να το λέω! Είναι προσωρινό όμως, να `στε βέβαιος... Μην νοιάζεστε, όλα θα αποκατασταθούν, έχετε αφοσίωση…Τους ανόητους!!! Έχετε να κηρύξετε στις μάζες προπάντων-… ανυποχώρητα εσείς- το μήνυμά σας…μην ξεχνάτε εξαιτίας τους προς θεού την υψηλή σας θέση (με αδιαφορία)…

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Δεν παραλείπουμε απ` το χρέος μας...

 

(Φωτίζετε ξανά η πλευρά Α ενώ η πλευρά Β σβήνει)

 

ΕΡΓΑΤΗΣ Α …μ’ ενοχλεί σαν δεν φτάνει ποτέ κανένα νόημα σε ’μένα!

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Δεν το ξέρεις αυτό το μίσος; Μισούν ό,τι ειν’ απλό. Εμείς δεν είμαστε άξιοι να καταλάβουμε. Κι οι άλλοι πως μας εξηγούν;

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Οι άλλοι μας εξηγούν τη ζωή μας απλά. Τι να τα κάμω τ’ άλλα; Να μάθω πώς να πεθαίνω μιαν ώρα αρχύτερα;… (Μπαίνει ο Δήμος ανήσυχος κοιτώντας γύρω του. Μόλις βλέπει τους δύο τους, στέκει με προσοχή από την απόσταση που βρίσκετε και παρακολουθεί με επιφύλαξη την κουβέντα τους).
…Έχω τα δυο χέρια δυνατά, δυο μπράτσα που μπορώ και βάζω κάτω τις δυσκολίες. Το μόνο πια που νοιάζουμαι ειν` να κρατιέμαι ζωντανός. Δεν υπάρχει πανάθεμα με ωραιότερο πράμα απ’ τη ζωή. Το κορμί μου δεν βαρέθηκε να θέλει να είναι ζωντανό, να θέλει να φχαριστηθεί τον πόθο του, έχω ένα πνέμα ξυπνητό που το νοιάζει πως ν’ απολάψει με όλες τις αισθήσεις του τον κόσμο. Μ’ αρέσει το κρασί ή η γλύκα της γυναίκας μου σαν την έχω στην αγκαλιά μου. Τι θάρρεψες;- ξέρω καλά εγώ ποιες ειν’ οι ανάγκες μου!

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Είμαστε πολύ σκληροί εμείς για τούτα τα έργα. Πρέπει να ευγενίσουμε τη φύση μας…

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Εγώ αυτό που ξέρω ειν` πως μου χρειάστηκε το σκληρό πετσί και το ένστικτο μου ως τα τώρα. Θα ’χα ψοφήσει αλλιώς. Ευλογάω τον πατερούλη μου και τη ζωή που μ’ έμαθε να κάνω έτσι κι όχι άλλα.

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Φθάνουν τα πιο αναγκαία.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Ζουν μες στη μοναξιά τους και νομίζουν πως ο πόνος είναι χαριστικό προνόμιο τους. Τα παιδιά μόνο παίζουν με τέτοιους πόνους, όχι εμείς. Εγώ θέλω το έργο να μου σκίζει το πετσί, να μου ρίχνει ύστερα στις πληγές αλάτι! Τι κάνει άραγε αυτός εδώ; (καθώς βλέπει τον Δήμο που έχει έρθει πιο κοντά).

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Ο θεατρίνος που βλέπαμε…

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Καλώς τον. Θα ’ρθε να μας πει από κοντά. Σαν να ντρέπεται μου φαίνεται!

ΔΗΜΟΣ (Έχει μια κούραση στα λόγια του) Η τέχνη δεν σε βοηθάει να ζήσεις.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Μάλιστα- το νιώθεις; Έχουν συνέχεια το μυαλό τους γεμάτο μέχρι απάνου με ομορφοντυμένα αισθήματα. Λες και θέλουν να μας βοηθήσουν να πάμε μια κι όξω εκεί που δεν έχει γυρισμό…

ΔΗΜΟΣ (Με απελπισία) Εδώ που φτάσαμε δεν ειν’ εύκολο να ξεφύγει κανείς.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Τι; Θα κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια; Θα τους αφήσουμε να ορίσουν από πάνω τον θάνατο μας; Τα όπλα θα πάρουμε αν χρειαστεί να πολεμήσουμε μαυρόψυχε!

ΔΗΜΟΣ Θα συνεχιστεί ο πόλεμος; Κι άλλο;(με αγωνία)

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Για δες! Στα δύσκολα φοβήθηκε σαν λαγός! Αμ…δεν έχουν δει μια φορά αληθινό πόνο του κορμιού για να καταλάβουνε πως είναι. Είναι τόσο αγνοί. Ζουν μες στην ασφάλεια και τις ανέσεις τους χωρίς να έχουν πιαστεί ποτέ στις δαγκάνες της σκληρής δουλειάς. Μήπως πείνασαν αυτοί στη ζωή τους;

ΔΗΜΟΣ (Με απόγνωση) Όχι! Δεν είναι έτσι!

 

(Φωτίζεται η πλευρά Β τώρα ενώ σβήνει η Α)

 

ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ Πρέπει να κοιτούσαν όλοι λίγο περσότερο το χρέος τους. Αλλά τώρα θέλουν όλοι να κυβερνήσουν…
(ένα μέλος της συνοδείας του κάνει νόημα πως θέλει να του μιλήσει).
Τι συμβαίνει; (κάτι του ψιθυρίζει στ` αυτί) Δεν μπορεί!

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Μ’ όλο τον σεβασμό πρέπει να σας κάνουμε γνωστές τις απαιτήσεις για το εγχείρημα μας…

Ε.Υ. (Ο οποίος δεν σταματά να συνεννοείται με τους συνοδούς του) Έτσι, λοιπόν; Να του πεις τότε πως φτάνω αμέσως.

ΑΓΟΡΓΙΑΝ.(Προσπαθεί να του δείξει κάτι στα χαρτιά) Αυτά είναι τα τρέχοντα έξοδα…περιττεύει ασφαλώς - το γνωρίζω.

Ε.Υ. Οι πρόστυχοι τόλμησαν! Γιατί τα θίγετε εσείς πάλι αυτά;

ΑΓΟΡΓΙΑΝ. Η περιοδεία έχει ξέρετε τους νόμους της…

Ε.Υ. Σας παρακαλώ πολύ… είμαστε ενήμεροι. Αγαπητέ δεν θα φεισθούμε καμιά σπατάλη για το απέριττο αριστούργημα σας. Με νιώθετε; Δεν σας ζητώ να κάνετε υπομονή…πρέπει να δώσουμε σκληρή απάντηση.

ΑΓΟΡΓΙΑΝ . Πως;

Ε.Υ. Σας αναστατώνουν όλα, έχετε απόλυτο δίκιο. Όλους μας, όλους μας. Θέλω να μένετε ήσυχος… Δεν ξέρετε εσείς αγαπητέ μου από διοίκηση. Δεν υπάρχει λόγος να σας απασχολούν. Ειν` επουσιώδες…Παρακαλώ όμως, επειδή είναι επείγον…Σας βεβαιώ πάλι… ω, χαίρετε… (Βγαίνει βιαστικός μαζί με τη συνοδεία του).

(Φωτίζετε τελευταία φορά η πλευρά Α)

ΔΗΜΟΣ Δεν είναι έτσι!

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Θ’ άφηνε κανένας σας τη φίνα του δουλειά να γεράσει δηλαδής μες στα βάσανα;

ΔΗΜΟΣ Δεν νοιάζεται καθόλου για τους κόπους αυτός. Υποφέρει σαν όλους μας!

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Μέριασε λίγο, ξέρω τι έχετε όλοι πάθει. Ντρέπεστε για ότι είστε και θέλετε κρυφά να γίνετε κάποιοι άλλοι...

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Είναι για άλλα φτιασμένοι… Δεν τους κάνει αυτή η ζωή…

ΔΗΜΟΣ (Βασανισμένος) Ειν` ένας διαφορετικός αγώνας…

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Κι οι πιο δυνατοί από ’μας γιατί μένουν πάντα έτσι απλοί; Δεν σας μοιάζουμε βλέπεις; Ξέρεις ότι οι άνθρωποι είναι πάνου - κάτου ίδιοι; Μπορεί η ζωή να με σκλήρυνε αλλά αν κοιτάξεις κάτω απ’ το πετσί μου θα δεις τι αισθήματα κουβαλώ μέσα μου. Πονώ περισσότερο απ’ όλους σας εγώ…

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Νομίζουν πως δεν είμαστε άνθρωποι. Καμώνονται τους δυνατούς μα σαν χάσουν τα χρήματα και τα στηρίγματα τους ανημπορούν εντελώς.

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Νομίζουν είμαστε χαμένοι, πως έχουμε αισθήματα νεκρά. Σ’ όλη μας τη ζωή δεν μας αφήνουν να δείξουμε τα αισθήματα μας και θέλουνε τώρα να ντραπώ από πάνω για τη ζωή μου. Δεν τους κάνω αυτό το χατίρι, έχουμε κι εμείς περηφάνεια, ας μ’ αφήσουν για να δουν. Σκότωσαν προχθές τον γείτονα μου που τα πίναμε στα ταβερνάκια μια ολόκληρη ζωή. Θέλουν να μας βγάλουν τώρα απ’ τη μέση. Δεν θα τους αφήσω έτσι εύκολα. Ας κοπιάσουν ντε! Χίλιες φορές η ζωή μα αν ζυγώσουν το σπιτικό μου θα δούν τι θα ιπεί ελευθερία, θα δουν το τι έχει να γένει. Θα βάλω πάνω μου φωτιά και θα τους πάρω όλους αντάμα…(δυνατά, με παραφορά).

ΔΗΜΟΣ Σε παρακαλώ…(ολολύζοντας)

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Θα δούμε ποιος είναι πιο δυνατός και ποιος γλιτώνει τότε…

ΔΗΜΟΣ Μη! (με απελπισία και φοβερή ανημποριά φαίνεται να τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις του).

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Χλώμιασε. Δες! Μα τι στην ευκή; Δε φαίνεται ελόγου του να ’ναι καθόλου καλά.

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Ε, εσύ! Δεν μοιάζεις να ’σαι στα καλά σου άνθρωπε μου. Σαν τι αιστάνεσαι;

ΕΡΓΑΤΗΣ Α Φαίνεται εξαντλημένος. Χρυσό μου ανθρωπάκι βαστήξου…(στον άλλον) Δεν ξέρεις πότε χτυπά το κακό για τον καθένα μας…

ΕΡΓΑΤΗΣ Β Πρέπει να τον προσέξουμε- μοιάζει ανήμπορος. Δεν νομίζω πως είν’ κάτι σοβαρό…

………………………………………………….

 

………………………………………………………………..

(Από 3η ΠΡΑΞΗ- ΣΚΗΝΗ 1Η) ……………………………………..
……………………………………………………..

ΑΓΟΡΓΙΑΝΟΣ Τι μισολες;

ΛΑΜΠΡΟΣ Κάθε εποχή έχει τις δικές της ευθύνες... Ποιο νόημα έχει αν δεν μας καταλαβαίνουν Αγοργιανέ οι άνθρωποι οι σημερινοί;

ΑΓΟΡΓ. Έχεις εσύ δοξαστεί… Πάλι θα δοξαστείς σύντομα με τον Γιαννιό.

ΛΑΜΠΡΟΣ Οι καιροί γίνανε τόσο δύσκολοι... Δεν διαλέγουμε Αγοργιανέ την εποχή μας αλλά ειν` αυτή που μας διαλέγει. Ο Φρύνιχος δεν ήξερε ότι η ζωή θα άλλαζε σε θέατρο, όλοι επαναστατούν, πλημμύρισαν τους δρόμους, έπαψαν να έρχονται στο θέατρό μας πια. Οι ανάγκες τους είναι ευγενικές Αγοργιανέ, πρέπει να μιλήσουμε γι’ αυτές. Ας τους δώσουμε ένα καινούριο έργο.

ΑΓΟΡΓ. Διάτανε! Εσύ παίζεις συνέχεια τον Λαέρτη και μου λες ο Φρύνιχος δεν ακούγεται πια! Θες να παίξουμε για τα χρήματα; Μα σου ’χω τις απαντήσεις! Τώρα που οι εχθροί μας σκορπούν γυρνάμε από την αρχή και πολιορκούμαστε από `μας τους ίδιους! Ποιους λες; Γι’ αυτούς; Τούτοι είναι χειρότεροι από όλους εκείνους που ’ναι ψηλά. Παν να τους μιμηθούν και πασχίζουν να κάνουν κακόζηλα τώρα τους πολιτικούς. Θες για ν’ ανεβάσεις τις ψευτιές τους πάνω στη σκηνή; Τις πιστεύουν και έτσι όπως πάνε θα πάθουν τα ίδια για άλλη μια φορά. Ανέβα για λίγο όπως είσαι στη σκηνή χωρίς τη μάσκα σου Λάμπρο - τι θα είσαι τότε; Ένα τίποτα! Κι εσείς (στις γυναίκες) αν θέτε ανεβείτε, δείξτε όλες τον εαυτό σας να σας καμαρώσουν… Όλος ο συρφετός κι ό,τι αλλόκοτο και παρδαλό υπάρχει : στριμωχθείτε αντάμα πάνου στη σκηνή (δείχνει). Ο Λαέρτης δεν επιθυμεί να δει μορφή καθαρή. Άνθρωπος μην κοπιάσει στο γλέντι μας γιατί βαρέθηκαν αυτοί ν’ ακούνε και θέλουν ένα σανίδι τώρα για να διδάξουν. Αυτό θες; Ως εδώ! ………………………………………………

…………………………………………..

3η ΠΡΑΞΗ - σκηνή 2η

[Από μια είσοδο μπαίνουν ο Αγοργιανός ντυμένος με ρούχα παράστασης- απλά ρούχα,καθαρά: παντελόνι,πουκάμισο, με τη μάσκα του Γιαννιού στο χέρι (η περιγραφή της παρακάτω)-κι η γυναίκα 2 με τα ρούχα του Χορού, αναστατωμένοι. Βρισκονται στα παρασκήνια].

ΑΓΟΡΓ. Πώς λείπει; Τι σημαίνει αυτό;

ΓΥΝΑΙΚΑ 2 Αυτό που είπα … Μου φάνηκε τόσο περίεργος λίγο πριν …

ΑΓΟΡΓ. Γκρεμοτσακίσου καλύτερα! Βγαίνεις σε δυο λεπτά και μετά ειν’ η σειρά του. Έρχεσαι και μου λες στο τέλος της παράστασης πως ο Δήμος λείπει; Τρέχα και βρες τον - όπου είναι- ξέθαψέ τον !

ΓΥΝΑΙΚΑ 2 Τι θα κάνουμε; Έχει εξαφανιστεί! (με αγωνία)

ΑΓΟΡΓ. Αν περιμένατε θα σας έδειχνα! Θα δείτε από `δω και πέρα πως ειν’ η οργή μου.

ΓΥΝΑΙΚΑ 2 Θα σ’ ακούσουν! (ικετευτικά)

ΑΓΟΡΓ. Δεν πρόλαβε να μάθει ποιος είμαι. Φέρε τη μάσκα του … θα πω εγώ τα λόγια. Το νόημα - πάνω απ’ όλα το νόημα … θα κάνω και τους δυο. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

 

 

……………………………………………………. (Από την ίδια πράξη και σκηνή)

(Ο Λάμπρος λοξοκοιτά προς το μέρος που θα μπει ο Αγοργιανός. Μπαίνει εκείνη τη στιγμή αυτός - από τη μεριά που είχε μπει η Γυναίκα 2 -φορώντας τη μάσκα που θα έβαζε ο Δήμος- έχει απλά χαρακτηριστικά, ακίνδυνα θαρρείς- κρατώντας τη μάσκα του Γιαννιού στο χέρι του και κρύβοντας την με τρόπο κάτω απ’ τον χιτώνα του. Σχεδόν ταυτόχρονα κάνει την εμφάνισή του από την απέναντι είσοδο ο Δήμος χωρίς να φορά μάσκα. Ο Αγοργιανός τον βλέπει και για μια στιγμή διστάζει. Μετά πηγαίνει βιαστικά σ’ ένα μέρος πίσω απ’ τις γυναίκες όπου κρύβεται: υποτίθεται ότι κρύβεται πίσω απ’ τα σώματά τους. Οι ηθοποιοί στη σκηνή που κοίταζαν τον Αγοργιανό βλέποντας την αντίδρασή του γυρνούν προς τον Δήμο σαστισμένοι. Επικρατεί αμηχανία για λίγο. Ο Δήμος δεν τα καταλαβαίνει όλα αυτά! Μοιάζει βασανισμένος κι είναι αδύνατος σαν το Χριστό. Πλησιάζει με δύσκολα βήματα τον Λαέρτη και του απευθύνεται με υπερπροσπάθεια. Είναι φανερή η αγωνία που τον διακατέχει).

ΔΗΜΟΣ Τελειώσανε αυτά Λαέρτη. Τελείωσε ο πόλεμος που υπακούαμε όλοι σε ’σενα. Μπουχτίσαμε με τις έκτακτες καταστάσεις... ολόκληρη ζωή. Τα πάθη μαθές ήρθε η ώρα να καταπέσουν.

ΛΑΕΡΤΗΣ Πως; Θα ξεχάσετε τους λόγους που σημάδεψαν την ζωή σας; Νομίζετε πως αργεί να χαθεί όποιο μικρό κέρδος;

ΔΗΜΟΣ Σταμάτα! Μόνο ο πόλεμος σε δικαιολογεί! Βοήθησες όσο χρειαζότανε… Έχουμε κι εμείς τον νου να κρίνουμε τι ήταν για το καλό μας και τι για το κακό μας.

ΧΟΡΟΣ Τίποτα δεν πετυχαινεις! Ναι!

ΛΑΕΡΤΗΣ Είναι εδώ;

ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ (σαν αντίλαλος) Εδώ!

ΜΙΑ ΑΛΛΗ Ανασηκώνω το φτερό μου να φανεί! Κανείς δεν σε πειράζει άλλο πια, άγγελέ μου.
[κάνει μέσα απ’ τα σώματα των γυναικών την εμφάνισή του ο Γιαννιός. Η μάσκα που έχει για πρόσωπο είναι όμορφη και γλυκιά σαν μεθυσμένου Διονύσου, αναψοκοκκινισμένη και γελαστή. Ακούγεται το κοινό (κομπάρσοι που είναι μές σ` αυτό- αν χρειάζεται η εντύπωση της οχλοβοής: με τη βοήθεια ενός μαγνητοφώνου) να τον αποδοκιμάζει. Εεε! Εεε! Ουου!]

ΛΑΕΡΤΗΣ Κακούργε!

ΧΟΡΟΣ Εδώ ήταν!

ΓΙΑΝΝΙΟΣ Νόμιζες πως ήμουν μακριά τους; (πάλι αποδοκιμασία από το κοινό)

ΛΑΕΡΤΗΣ Χα, ήσουνα κοντά τους; Τι κάνετε, άμοιροι γυρνάτε τη ζωή σας μέσα-έξω;

ΓΙΑΝΝΙΟΣ (Προχωράει λίγο μπροστά σαν να θέλει να απευθυνθεί στο ακροατήριο με λύσσα)...ο τροχός γυρίζει - όποιος βιάστηκε θα δει ότι αλλού οδηγούνε τα πράγματα. Είσαι κι εσύ τυφλός σαν όλους τους! Αυτοί με κάλεσαν και θα ’χουν λίγη χαρά. Εσύ γιατί μένεις; Έτσι όπως σκλήρυνες θα έχεις δικιά σου μονάχα τη δυστυχία. (κοινό : Ουουου !)

ΛΑΕΡΤΗΣ Δεν τους λυπήθηκες φεύγοντας. Τι έκανες γι’ αυτούς; Θες να μιλήσω;

ΓΙΑΝΝΙΟΣ Ας πουν τι θα ’τανε αν δεν ξαγρυπνούσα εγώ παν` από τα όνειρά τους; Αν δεν πίστευα ότι ο άνθρωπος θα υψωθεί με την πιο λεπτή του χάρη; Ντροπιασμένοι θα γυρνούσαν - τυχεροί σαν δεν είχαν νου να νιώσουνε τη ντροπή τους. Θα πίνανε ως το μυαλό τους αναίσθητο να μην νοιώθει άλλο τον ξεπεσμό. Οι απελπισμένοι διώχνουνε τη ντροπή αναπόφευκτα με μεγαλύτερη ντροπή. Μόνο εγώ δεν απελπίζομαι στις αναποδιές …

ΧΟΡΟΣ Μας γλίτωσες σωτήρα μου.
(αποδοκιμασίες από το ακροατήριο: Φτάνει! Φτάνει! Τι είναι αυτά;)

ΛΑΕΡΤΗΣ Εσύ δεν γνοιάστηκες ποιος ζούσε ή ποιος πέθαινε... Δεν γνοιάστηκες τη ζωή τους ούτε κι όταν κρεμότανε από μια λεπτότατη κλωστή…

ΔΗΜΟΣ Είσαι ταραγμένος Λαέρτη! Βλαστημάς!... Δεν τ` αφείς; Ξέχνα το μίσος σου- απ’ τη μεριά μας θα ξεχάσουμε γρήγορα αυτά που ζήσαμε. Πρέπει να φύγεις Λαέρτη τώρα! (ακροατήριο:Αίσχος! Τι γίνεται;)

ΛΑΕΡΤΗΣ Ώστε αυτό είναι;

ΧΟΡΟΣ Πόσο βασάνισες τη ζωή μας. Ήταν ξερή μα την πότισαν ελπίδες!

ΛΑΕΡΤΗΣ Τέτοιες ελπίδες;(ειρωνικά)

ΔΗΜΟΣ Αχ!… -μη συνεχίζεις πιότερο! Αυτή τη ζωή μη μας την θυμίζεις. Πες ήταν λάθος… Είναι το καλύτερο για όλους Λαέρτη, κατάλαβε! Ειν’ η απόφασή μας. (έχει ένα φοβερό βάσανο στα λόγια του) Ανάσα δεν μας έμεινε πια… Τα βάσανα ξεσπούν το ’να μετά το άλλο χωρίς σωσμό. Σαν ζώα γίναμε, δεν είναι αυτή η ζωή για ανθρώπους. Δίνεις το είναι σου για ν’ αναθρέψεις παιδιά και δεν ξέρεις στο τέλος τι θ’ απογίνουν. Το αίμα σου δεν φτάνει να πληρώσεις! Μια σε δικάζει ο πόλεμος - μια η πείνα! Κανένας δεν μας έδωσε το χέρι του μια φορά…(οι ηθοποιοί τον κοιτάζουν με απορία σαν ο Δήμος ν’ αλλάζει τα λόγια του)... σαν λιποψυχείς σε βρίζουν- σε περγελούν σαν ελπίσεις ύστερα σε κάτι καλό…(σαν να θυμάται τα λόγια του) Ακριβέ μου προστάτη… (κοινό : Αίσχος! Κάτω ! - ο Δήμος τους κοιτάζει με σαστιμάρα και προχωρά λίγο πιο μπροστά στη σκηνή. Σαν να ψάχνει τα λόγια του έχει μια φοβερή αγωνία ενώ θέλει να απευθυνθεί στον κόσμο)… Σαν τι ζωή είναι τούτη; Τι μας αφήνει; Μόνο τον θάνατό μας. Κουραστήκαμε, ναι … έχω αποθυμήσει λίγη ξεκούραση … (τα τελευταία λόγια σαν να βγαίνουν από ένα όραμα φρίκης, η φωνή του σβήνει σιγά-σιγά και με έναν ελαφρό σπαραγμό πριν αποσώσει τα λόγια του ο Δήμος σωριάζεται στο πάτωμα της σκηνής. Από την μεριά των θεατών εκτός από μια στιγμιαία σιωπή όπου ακούγεται ένα μετέωρο Ντροπή , θα ακούγεται ένας οχληρός θόρυβος ως το τέλος της σκηνής - Ο Λάμπρος πετάγεται προς το μέρος του Δήμου και στέκεται πάνω από το σωριασμένο κορμί του. Ο Αγοργιανός σαν να διστάζει δεν κινείται από τη θέση του - φοράει ακόμα την μάσκα. Οι γυναίκες τεντώνονται σαν να θέλουν να πλησιάσουν αλλά είναι αναποφάσιστες).

ΛΑΕΡΤΗΣ Τι κάνεις πανάθεμά σε; Ε, Δήμο...Δήμο `γω είμαι!.. μίλησέ μου! (τον σκουντά και προσπαθεί να τον αφουγκραστεί αλλά τον εμποδίζει η μάσκα του, τη βγάζει αγριεμένος, την πετά, ξαπλώνει το κεφάλι του πάνω στο στήθος του Δήμου και μετά στο ανοιχτό στόμα του νεκρού).

ΛΑΜΠΡΟΣ Δεν ανασαίνει…Τι με κοιτάτε, δεν κάνετε κάτι; Γρήγορα έναν γιατρό, καλέστε έναν γιατρό!... (οι γυναίκες παγωμένες)… Πανάθεμά σας! (οι γυναίκες παλαβώνουν, σκορπούν σαν πουλιά προς διάφορες κατευθύνσεις. Ο Αγοργιανός σχεδόν ακίνητος με τη μάσκα του)… Δεν μπορεί να γίνει αυτό ! Διάολε γιατί το κάνεις αυτό; Πια κανείς σας δεν ακούει;… (κοιτά χαμένα το κοινό - στρέφει άλλη μια φορά στον Δήμο αλλά η φασαρία είναι αβάσταχτη).
…Πάψτε σας λέω! Δεν παύετε;

(Σιωπή - πέφτει η αυλαία).

 

(Από την 3η ΠΡΑΞΗ- ΣΚΗΝΗ 3η)

………………………………………………….. ΛΑΜΠΡΟΣ Φεύγω Αγοργιανέ… δεν θα `ρθω μαζί σου.

ΑΓΟΡΓ. Ε; Τι νομίζεις πως κάνεις; Εγώ Λάμπρο σ’ έμαθα να ’σαι ηθοποιός, δεν ξέρεις άλλα- θα χαθείς. Πρόσεξε καλά! Δεν ανήκεις στον εαυτό σου, ανήκεις σε `μένα, εγώ σε μάζεψα! Δεν θα σ’ αφήσω που να πάρει να πας πουθενά! (Τον κρατά απ’ το μπράτσο).

ΛΑΜΠΡΟΣ Παράτα με!(επιτακτικά)

ΑΓΟΡΓ. Ανάθεμά με... δεν θα φύγεις μπάσταρδε! Νομίζεις θα τα παρατήσεις; Θα σε παραδώσω σ’ αυτούς τώρα δα μα δεν θα σ’ αφήσω να φύγεις. Ακόμα και στους μισητούς εχθρούς μου θα σε δώκω να σε δέσουν χεροπόδαρα μα δεν θα σκέφτεσαι άλλο αυτά. Δεν θα διστάσω!

ΛΑΜΠΡΟΣ Ό,τι θαρρείς! Είναι αργά με απειλές στην απελπισιά σου να πετύχεις κάτι. Καλές μου μην ανησυχείτε, δεν σας λησμονώ… θα σας νοιάζουμαι… είναι τόσο μόνος αυτός όσο κι αν του παρασταθείτε… δεν έχει δρόμο… (ετοιμάζεται να φύγει)

ΑΓΟΡΓ. Άχ! Όχι Λάμπρο! Που θα μισέψεις; Δεν γίνεται χωρίς εσέ… είσ` ο καλύτερος… μόνο εσύ μπορείς να δείξεις τη φρίκη που φωνάζει σ’ αυτό το έργο… θ’ αποκαλύψεις τα κρυμμένα μυστικά που υπάρχουν. Όλοι μας λατρεύουν τώρα. Θα γυρνούμε απ’ άκρη σ’ άκρη τη χώρα σαν δυο φτωχούληδες να δείχνουμε σ’ αυτούς που ’ναι έτοιμοι να μας ακούσουν… Που πας; Κάτι προμηνάει τούτη η στιγμή, κάτι μεγάλο… Έχει κυριεύσει το μυαλό μου………………………………………………….

……………………………………………….

…………………………